Η συχνότερη αιτία δημιουργίας ενός ψευδοανευρύσματος αποτελούν οι τραυματικές κακώσεις, με συνηθέστερη την ιατρογενή παρακέντηση του αγγείου όπως π.χ. για διενέργεια αγγειογραφίας ή στεφανιογραφίας, τοποθέτηση κεντρικού καθετήρα ή καθετήρα αιμοκάθαρσης σε νεφροπαθείς.
Η συχνότητα στην παγκόσμια βιβλιογραφία κυμαίνεται από 0,2% έως 3% και οι πιθανές επιπλοκές είναι η ρήξη του ψευδοανευρύσματος με συνοδό αιμορραγία, τοπικός πόνος, νευροπάθεια από πίεση των γειτονικών νεύρων, ισχαιμία, δημιουργία αποστήματος και σήψη. Συνηθέστερα εντοπίζονται στις μηριαίες αρτηρίες ενώ σπανιότερα (0,5%) στις βραχιόνιες αρτηρίες. Πιο σπάνιες είναι οι περιπτώσεις διπλού ανευρύσματος μετά από παρακέντηση του ιδίου αγγείου.
Πρόσφατα αντιμετωπίσαμε μια εξαιρετικά δύσκολη περίπτωση διπλού ανευρύσματος μηριαίας αρτηρίας σε θήλυ ασθενή 74 ετών μετά από παρακέντηση για τοποθέτηση κεντρικού καθετήρα κατά τη νοσηλεία της σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Η ασθενής αντιμετωπίστηκε αρχικά σε κρατικό νοσοκομείο της περιφέρειας όπου και μεταγγίστηκε με αίμα και πλάσμα και κατόπιν σε έτερη ιδιωτική κλινική της πρωτεύουσας όπου διενεργήθηκαν οι απαραίτητες διαγνωστικές εξετάσεις και κατόπιν διακομίσθηκε στην κλινική μας στο Ιατρικό Κέντρο για οριστική αντιμετώπιση.
Κατά την εισαγωγή της εμφάνιζε μεγάλο αιμάτωμα στην αριστερή μηροβουβωνική χώρα, τοπικό πόνο και αρχόμενη ισχαιμία σκέλους με πελίωση. Από το ιστορικό της παρουσίαζε αρτηριακή υπέρταση, κολπική μαρμαρυγή και παχυσαρκία (ΒΜΙ>30). Μετά από ενημέρωση της ασθενούς και των συγγενών για το επείγον της κατάστασής της, αποφασίστηκε η άμεση χειρουργική αντιμετώπιση εντός των επομένων ωρών. Μετά τη διενέργεια προεγχειρητικού ελέγχου και προετοιμασίας, η ασθενής εισήχθη στο χειρουργείο όπου υπό γενική αναισθησία έγινε ανατομική παρασκευή της κοινής μηριαίας αρτηρίας και αποκλεισμό αυτής, εν συνέχεια παρασκευή της εν τω βάθει αρτηρίας και της επιπολής μηριαίας. Τα ψευδοανευρύσματα εντοπιστήκαν και παρασκευαστήκαν στο αρχικό τμήμα της επιπολής μηριαίας το ένα στο σημείο όπου αποτελούσε την είσοδο της βελόνας παρακέντησης και το άλλο στο απέναντί σημείο του αγγειακού τοιχώματος το οποίο αποτελούσε κατά πάσα πιθανότητα το σημείο εξόδου της βελόνας. Έγινε εκτομή αυτων και αποκατάσταση της συνέχειας του αγγείου με συρραφή των δυο σημείων.
Η μετεγχειρητική της πορεία ήταν άριστη χωρίς να χρειαστεί μετάγγιση αίματος ή να απαιτηθεί νοσηλεία στη ΜΕΘ. Η ασθενής εξήλθε μετά από δυο ημέρες από την κλινική χωρίς συμπτωματολογία έχοντας διαφύγει πλήρως τον κίνδυνο.
Τα δυο ανευρύσματα μετά την εκτομή.