Η στένωση της υποκλειδίου όταν γίνει σημαντική, και σε συνδυασμό με άλλες στενώσεις και αγγειακές διαταραχές, εμφανίζεται ως ένα σύνολο συμπτωμάτων που λέγεται σύνδρομο υποκλοπής υποκλειδίου.
Τα συμπτώματα αφορούν το άνω άκρο λόγω της ισχαιμίας και το κεντρικό νευρικό σύστημα λόγω υποκλοπής αίματος από την οπίσθια εγκεφαλική κυκλοφορία. Αποκλειστικά στο άνω άκρο και μόνο, συμπτώματα έχουμε σε μικρό βαθμό όταν η στένωση της υποκλειδίου είναι περιφερικά της έκφυσης της σπονδυλικής αρτηρίας, αυτό συμβαίνει στο 10% των αθηροσκληρωτικών στενώσεων. Επίσης ακόμα και όταν η στένωση είναι κεντρική το πλούσιο παράπλευρο δίκτυο από την σπονδυλική και γύρω από τον ώμο βοηθάει στην αιμάτωση του άκρου και κάνει την εμφάνιση συμπτωματολογίας του σπάνια. Τα συμπτώματα από το άκρο είναι άλγος κατά την κόπωση (χωλότητα), ισχαιμικό άλγος κατά την ανάπαυση, έλκη, μυϊκή κόπωση και νέκρωση δακτύλων. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουμε την αρχική εμφάνιση του προβλήματος με συμπτώματα αθηροεμβολικών επεισοδίων, τα οποία μπορεί να προέρχονται από την αθηροσκληρωτική πλάκα της υποκλειδίου. Το άκρο τότε εμφανίζει συμπτώματα όπως φαινόμενο Raynaud, παραισθησίες, αίσθηση ψυχρότητας και πόνο.
Από το κεντρικό νευρικό σύστημα τα συμπτώματα είναι πολλαπλά, ετερογενή και ασαφή. Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι η ζάλη/ίλιγγος και συνήθως είναι το μοναδικό. Άλλα συμπτώματα λιγότερο συχνά είναι τα επεισόδια απώλειας συνείδησης, η συγκοπή και οι αιφνίδιες πτώσεις, τα παροδικά εγκεφαλικά επεισόδια, η διπλωπία και άλλες οφθαλμικές διαταραχές, η δυσαρθρία, η δυσφαγία, η αταξία, η ναυτία, οι αιμωδίες και ο νυσταγμός. Επίσης μπορεί να υπάρχει πληθώρα και άλλων μη ειδικών συμπτωμάτων όπως αισθητικές διαταραχές στο πρόσωπο και αισθητικές και κινητικές διαταραχές στα άκρα. Η συμπτωματολογία από το κεντρικό νευρικό σύστημα δεν περιορίζεται μόνο στην οπίσθια κυκλοφορία αλλά μπορεί να υπάρχουν διαταραχές από το σύνολο της εγκεφαλικής λειτουργίας και αυτό γιατί αντανακλά διαταραχή της εγκεφαλικής κυκλοφορίας στο σύνολο της. Οι Lum et al το 2004 υποστήριξαν ότι υπάρχουν οφθαλμικές διαταραχές κατά τη διαδρομή του συνδρόμου και πρέπει να αναζητούνται κατά την οφθαλμική εξέταση. Ανάλογες αναφορές υπάρχουν για συμπτώματα από το λαβύρινθο και την ακοή που οφείλουν να ευαισθητοποιούν για την διάγνωση του συνδρόμου.
Σύνδρομο υποκλοπής υποκλειδίου – στεφανιαίων
Το σύνδρομο υποκλοπής υποκλειδίου – στεφανιαίων αφορά στην ουσία υποπερίπτωση του συνδρόμου υποκλοπής, αναφέρεται όλο και πιο συχνά στην βιβλιογραφία και έχει αυξήσει κατακόρυφα την κλινική σημασία της στένωσης της υποκλειδίου στις μέρες μας αλλά και της αγγειοπλαστικής της υποκλειδίου, καθότι χρησιμοποιείται κατά κόρον στην αντιμετώπιση του. Η συμπτωματολογία που το συνοδεύει είναι συμπτωματολογία ισχαιμίας του μυοκαρδίου η οποία όμως εκλύεται από την άσκηση του άνω άκρου. Αφορά στηθαγχικό και θωρακικό άλγος και συνήθως αυτά συνυπάρχουν με τα υπόλοιπα συμπτώματα του συνδρόμου υποκλοπής που αφορούν το κεντρικό νευρικό σύστημα και το άνω άκρο.
Η διαδρομή του συνδρόμου δεν είναι πάντοτε εμφανής εξαρχής, η υποαιμάτωση του μυοκαρδίου μπορεί να υπάρχει και να εκδηλώνεται ως «σιωπηρή ισχαιμία», συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ισχαιμική μυοκαρδιοπάθεια και έμφραγμα μυοκαρδίου ως πρώτη εκδήλωση του. Ο Sullivan et al to 1998 ανέφερε ότι σχεδόν τα μισά (40,7 %) των περιστατικών που αντιμετώπισε με σύνδρομο υποκλοπής υποκλειδίου – στεφανιαίων εκδηλώθηκαν ως οξέα ισχαιμικά επεισόδια. Η ύπαρξη του συνδρόμου μπορεί να αποβεί δραματική για τον ασθενή λόγω των οξέων ισχαιμικών επεισοδίων γι αυτό και πρέπει να αναγνωρίζετε και να αντιμετωπίζετε προτού γίνει η παράκαμψη των στεφανιαίων. Αυτό γίνεται με την ταυτόχρονη με τα στεφανιαία, αγγειογραφία των υποκλειδίων αρτηριών στους ασθενείς που είναι υποψήφιοι για χειρουργική διόρθωση, στενώσεις στους ασθενείς αυτούς ανευρίσκονται σε ένα ποσοστό 2,7%. Επίσης στους ασθενείς που εμφανίζουν ανάλογη συμπτωματολογία και είναι γνωστό από το ιστορικό τους ότι έχουν υποβληθεί σε χειρουργική παράκαμψη των στεφανιαίων πρέπει να εισέρχεται στη διαφοροδιάγνωση της παθήσεως τους εκτός από την βλάβη των στεφανιαίων και η βλάβη της υποκλειδίου.